Το βιβλίο του Κλωντ Σιμόν "Ο δρόμος της Φλάνδρας" είναι ένα μυθιστόρημα πολυσύνθετο, πολυδαίδαλο, πολυεδρικό. Αινιγματικό. Ένα έργο στο οποίο συνυφαίνονται και αλληλομπλέκονται διάφορες ιστορίες. Ο συγγραφέας μάλιστα δηλώνει πως για να πετύχει αυτή τη συγχρονιστική σύνθεση ακολούθησε την τακτική των χρωματιστών μολυβιών. Σε κάθε πρόσωπο, σε κάθε θέμα έδωσε ένα χρώμα. Όπως σε μια ζωγραφιά.
Σχετικά με την υπόθεση έχουμε να αναφέρουμε πως το έργο διαδραματίζεται από το χειμώνα του 1940 ως το φθινόπωρο του 1945, από τη στιγμή που ο Ζωρζ και ο ίλαρχος ντε Ρεσάκ, βρίσκοντας πως είναι συγγενείς, γνωρίζονται καλύτερα, ως τότε που, ελπίζοντας να διαλευκάνει γιατί πέθανε ο ίλαρχος, ο Ζωρζ, αποστρατευμένος πια, επισκέπτεται τη χήρα του και είναι για λίγο καιρό εραστής της. Στο μεταξύ έχουμε τη γερμανική εισβολή και τη φυγή μπροστά στον εχθρό. Ο Ζωρζ έχασε δύο από τους συντρόφους του, τον Ρεσάκ πρώτα, τον Μπλουμ ύστερα, και πέρασε πέντε χρόνια στην αιχμαλωσία. Πίσω όμως από την ιστορία με τους καβαλάρηδες που περιφέρονται αδέσποτοι στο δρόμο της Φλάνδρας, αναζητώντας τη χαμένη ίλη τους και που θα μπορούσε να είναι το θέμα μιας πολεμικής αφήγησης, κρύβεται μια άλλη ιστορία. Η τωρινή ιστορία χάνεται πίσω από την παλαιότερη ιστορία του Ρεσάκ και της γυναίκας του. Η διάκριση ανάμεσα στις δύο σειρές των γεγονότων χάνεται και τελικά τα ίδια τα γεγονότα ξεπερνώντας πια τα χρονολογικά όρια που μας βοηθούσαν να τα ξεχωρίσουμε, αρχίζουν κατά κάποιο τρόπο να αλληλοεπηρεάζονται.
Παραθέτω την άποψη - κριτική του ποιητή Τάκη Σινόπουλου από το "Νυχτολόγιο" για το μυθιστόρημα:
Ένα δύσκολο κείμενο, πολύ δύσκολο, που με κουράζει, με δαιμονίζει, σελίδες ολάκερες χωρίς στίξη, χωρίς ούτε μια παράγραφο για να μπορέσεις ν’ ανασάνεις. Διαδοχή συνεχής στην αφήγηση, ξαφνικές μεταπτώσεις από το πρώτο πρόσωπο στο τρίτο και τανάπαλιν. Και παρενθέσεις, συνέχεια παρενθέσεις, εκατοντάδες, που ανοίγουν και κλείνουν ή ανοίγουν χωρίς να κλείσουν ή κλείνουν χωρίς να έχουν ανοίξει – επικίνδυνες πόρτες, δεν έχεις από πού να φυλαχτείς. Ύστερα αυτή η ιστορία παρόντος και παρελθόντος μέσα στο παρόν – τα δάχτυλα του ενός χεριού μπλεγμένα με τα δάχτυλα του άλλου χεριού, ο ίσκιος τους προβάλλεται στον τοίχο, τι βλέπεις; Τι μπορείς να ξεχωρίσεις; Πώς εσκοτώθηκε ο πρόγονος ντε Ρεσάκ, γυρίζοντας από τον πόλεμο; (Αγαμέμνων από Κλυταιμνήστρα κι Αίγισθο;) Πώς εσκοτώθηκε ο νεότερος – λοχαγός του ιππικού – ντε Ρεσάκ; (Αγαμέμνων από Κλυταιμνήστρα κι Αίγισθο;) Δολοφονία ή αυτοκτονία; Πώς δένονται αυτοί οι δύο θάνατοι μέσα σε μια απόσταση διακοσίων περίπου χρόνων και πώς μας οδηγεί ο συγγραφέας μέσα στο χώρο των συσχετίσεων, της αμφιβολίας, του πιθανού και του απίθανου που σε φέρνει απ΄την αποδοχή των ορατών ως την παράκρουση;
Υπάρχει λοιπόν ο χρόνος. Συνύπαρξη, συνύφανση παρελθόντος και παρόντος, μπορούμε να ειπούμε ταύτιση, όχι παράλληλη πορεία. Έτσι που να μην ξέρεις, η φωνή που ακούς, πότε είναι παρούσα και πότε παρελθούσα, επιβίωση, ανάμνηση φωνής. Υπάρχουν τ΄ άλογα και τα σκυλιά του παρόντος, τ’ άλογα και τα σκυλιά του σκοτωμένου προγόνου, η ανάσα τους υγρή και ζεστή πάνω στο πρόσωπό σου. Υπάρχουν οι δυό Κλυταιμνήστρες (;) – η Σαμπίνα του παρελθόντος, η Κορίννα του παρόντος, κι οι δυό με την έξαψη της ακολασίας στο κορμί, στα μάτια. Μια σκηνή στο παρελθόν διαδέχεται μια σκηνή του παρόντος, χωρίς κανένα φανερό σημάδι. Τα λόγια που ακούς τώρα έχουν ειπωθεί σήμερα; Ή τάκουσες εδώ και πολύν καιρό π.χ. στο πρωινό φως της κάμαρας, όταν έχεις αποχτήσει την Κορίννα, όταν η Κορίννα κοιμάται δίπλα σου σαν ένα γαληνεμένο αγρίμι, όταν η μοναξιά σου γράφεται σαν ένας κύκλος εγκατάλειψης, κύκλος στον αέρα που το κέντρο του είναι η φωνή που άκουσες, η δική σου φωνή (ή του προγόνου;) που αποκρινόταν.
Ο «δρόμος της Φλάντρας», ένα μυθιστόρημα καθαρής, κυρίαρχης μνήμης, που λειτουργεί ανεξάρτητα από τον οποιοδήποτε χρόνο, τρέχει, κυλάει αδιάκοπα, χωρίς ανάσα, με το δικό της πάθος, σελίδες ολάκερες καυτερό πάθος μέσα στην αφήγηση. Βυθίζεσαι σ΄ ἐνα χώρο, ένα παρόν που γίνεται ακατάπαυστα παρελθόν χωρίς εξαρτήσεις κι αναφορές, βυθίζεσαι στον αληθινό (αδιαίρετο) χρόνο που δεν είναι ίσως παρά η άρνηση του χρόνου, ο μη – χρόνος, η καθαρή άχρονη αδιάφορη διάρκεια.
Ο Κλωντ Σιμόν, ένας ακόμη απελπισμένος που δεν προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από το δάχτυλό του.
Το μόνο σίγουρο είναι πως, η παρουσίασή σας κύριε Θωμά με «τσιγκλάει» να το πάρω. Εξάλλου οι εκδόσεις της Εστίας πάντα κάτι ποιοτικό έχουν να προτείνουν...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣύμπτωση ή όχι "Ο δρόμος της Φλάνδρας" μου έφερε στο μυαλό τη συζήτηση που είχαμε για τον... Ρεβέρτε. "Ο Πίνακας της Φλάνδρας" είναι ίσως το καλύτερό του. Μυστήριο και ίντριγκα... Σε ποιόν δεν αρέσει αυτός ο συνδυασμός άραγε;
Από την άλλη "Ο Ζωγράφος Των Μαχών" θεωρώ είναι το πιο μεγαλεπήβολο έργο του. Εσωτερικό, απαισιόδοξο και μαύρο... Σίγουρα όχι ένα καλοκαιρινό ανάγνωσμα...