Πέμπτη 26 Ιουλίου 2012

Ο άνθρωπος που τον έλεγαν Πέμπτη-Τσέστερτον

Τι θα συνέβαινε αν ένας ελέφαντας έκανε ένα πήδημα ως τον ουρανό σαν ακρίδα;



   Ένα ερώτημα ικανό στην αρχή για να ερεθίσει τη φαντασία, τη μυθιστορηματική μας φαντασία. Τον Τσέστερτον τον διάβασα γιατί αποτελεί αγαπημένο συγγραφέα του Μπόρχες. Αυτή υπήρξε η αφορμή γνωριμίας. Άρα και ο τρόπος προσέγγισης του έργου του θα είναι καθαρά "μπορχεσιανός". Θα αναγάγω το μυθιστόρημα στην αντίθεση ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό επίπεδο.
   Στο πραγματικό επίπεδο διακρίνουμε μια συνωμοτική ομάδα των 6+1(η αριθμητική απεικόνισή τους είναι προσωπική). Έχουμε έξι ανθρώπους, που τα ονόματά τους τα αντλούν από τις ημέρες της εβδομάδας. ο κύριος Δευτέρα, ο κύριος Τρίτη... Ο ήρωας του μυθιστορήματος, ο Σίαμ, εκλέγεται ως κύριος Πέμπτη. Αρχηγός είναι ένας ιδιόρρυθμος και χαρισματικός με το όνομα ο κύριος Κυριακή. Άρα ένας κύκλος έχει ολοκληρωθεί. Η συνωμοτική αυτή ομάδα είναι το ανώτατο συμβούλιο των αναρχικών, ο προγραμματιστής των επόμενων κινήσεών τους. Και η απόφαση που παίρνουν είναι να σκοτώσουν δύο υψηλά ιστάμενα πρόσωπα: τον πρόεδρο της Γαλλίας και τον Τσάρο. Μην ξεχνάμε εξάλλου ότι ο Τσέστερτον είναι Άγγλος.
   Στο φανταστικό επίπεδο έχουμε την αντιστροφή και αποδόμηση του πραγματικού επιπέδου. Τα έξι μέλη της ομάδας αποδεικνύεται ότι δεν είναι αναρχικοί-σύμβολα της καταστροφής και αταξίας του κόσμου, αλλά είναι αστυνομικοί-σύμβολα της ασφάλειας και τάξης. Η πρωτοτυπία του έργου έγκειται στον τρόπο αποδόμησης του πραγματικού: η συνωμοτική ομάδα δεν είναι παρά μια μασκαράτα, μια ομάδα μεταμφιεσμένων, καλοπροαίρετων πλην όμως ανόητων ανθρώπων, που σταδιακά αποκαλύπτουν το πραγματικό τους πρόσωπο.Το κωμικό στοιχείο μπλέκεται περίεργα και ευχάριστα με το τραγικό. Πως αλλιώς μπορείς να αντιμετωπίσεις τη σκηνή κατά την οποία ο καθηγητής με τις πατερίτσες επιδίδεται σε έναν αγώνα δρόμου για να προφταίνει διαρκώς τον Σάιμ; Ή εκείνο το μπουλούκι των αναρχικών που κινείται με μια αξιοζήλευτη τάξη και συγχρονισμό, που ταιριάζει περισσότερο σε μια στρατιωτική παράταξη παρά σε μια ομάδα αναρχικών.
   Όσο για τον μυστηριώδη κύριο Κυριακή...Τον εξέλαβα σαν την πατρική φιγούρα που είναι επιφορτισμένος να διατηρεί την ισορροπία του κόσμου. Δεν υπάρχουν στον κόσμο που ζούμε, στον υλικό κόσμο, οι καθαρές έννοιες, οι Πλατωνικές ιδέες. Η καθημερινότητα κυλιέται ανάμεσα στο καλό και το κακό, το όμορφο και το άσχημο, το ευφυές και το ανόητο...Δεν μπορούμε όμως ν΄ αφήσουμε και τη ζωή να πάρει το δρόμο της άναρχα, μοιραία. Υπάρχει ανάγκη ισορροπίας. Κι ο άνθρωπος έχει ανάγκη να βλέπει κάποια πρόσωπα, όχι βλοσυρά  κι απόμακρα, αλλά οικεία κι ενθουσιώδη, δοσμένα σε ένα αγώνα, ίσως και σ΄ ένα παιχνίδι να διατηρήσουν αυτή την ισορροπία. Η μέτρια δύναμη εκφράζεται με αγριότητα, η υπερβολική δύναμη με ελαφράδα. Ο φίλος αρχηγός. Που δεν φοβάται το κακό. 
   Ανάμεσα δηλαδή στα δύο άκρα, την αναρχία και την αστυνομία, την αταξία και την τάξη, προβάλλεται μία γέφυρα μεταξύ τους. Το είπε εξάλλου και ο θείος Πλάτων, ότι το Αγαθόν ταυτίζεται με το Είναι, και με ότι συνέχει το Είναι. Κρατάω μία παρατήρηση από το οπισθόφυλλο ότι το έργο είναι μια ηθική παραβολή που ο κάθε αναγνώστης ερμηνεύει με το δικό του τρόπο.

Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Στο μυαλό...του συγγραφέα

ένα κείμενο για ...ανικανοποίητους αναγνώστες
που το βιβλίο είναι απλώς ένα ... ερέθισμα

Υπάρχει άραγε ένα βιβλίο που με απογοήτευσε; Ένας συγγραφέας που το βιβλίο του με απογοήτευσε, επειδή το βιβλίο του δε μου άρεσε; 
Θα μπορούσα τότε να μπω στο μυαλό του συγγραφέα και να επιφέρω τις ανάλογες διορθώσεις. Δύσκολο εγχείρημα, το αποτέλεσμα όμως ορατό. Τόσο απλά!
Υπάρχει άραγε ένα βιβλίο που με γοήτευσε; Θα μπορούσα τότε να μπω στο μυαλό του συγγραφέα και να βιώσω όλη αυτή τη διανοητική διεργασία συγγραφής του βιβλίου. Το θέμα είναι πώς μπορεί να γίνει αυτό...

Πως το λέει ο Κάφκα; Ο ήρωάς του ένα πρωινό βρέθηκε μεταμορφωμένος σε μια πελώρια κατσαρίδα. Εγώ μια νύχτα βρέθηκα μεταμορφωμένος σε έναν ήχο, ένα βογκητό. Κι έπειτα ντύθηκα, το παρουσιαστικό μου, και γίνομαι ένα γράμμα. Και βυθίζομαι στο βιβλίο που διαβάζω, γίνομαι ένα με το κείμενο, ένα γράμμα ίδιο με τόσα άλλα γράμματα κι αρχίζω να περιπλανιέμαι στις λέξεις, τις προτάσεις, τις παραγράφους. Ένας λαβύρινθος ιδεών. Πόρτες ανοίγουν, κάνω να μπω, κλείνουν απότομα. Τουλάχιστον διατηρώ μια επίγνωση της πραγματικότητας, εδώ όλα είναι μια βιτρίνα. Η ουσία βρίσκεται στο μυαλό του συγγραφέα. Συναντώ κάποιους ήρωες, σα μαριονέτες, σα φιγούρες σ΄ ένα θέατρο σκιών. Τους χαιρετώ, δε μου μιλούν, αυτοί απαγγέλλουν τα λόγια τους, το ρόλο που έχουν μάθει. Όλα γύρω μου είναι τόσο τακτοποιημένα, που φοβάμαι μήπως ανακαλύψουν τη φάρσα μου. Πως είμαι ένας παρείσακτος, ένα λάθος τυπογραφικό, ένα λάθος για να με εξαφανίσουν. Θα προλάβω να φτάσω στο δημιουργό ή θα με προλάβει ο διορθωτής κειμένων; Τελικά τόση ώρα δε μετακινήθηκα ούτε ένα εκατοστό. Απλώς διέγραψα έναν κύκλο γύρω από τον εαυτό μου. Μένω σταθερός, οι σελίδες είναι που γυρνάνε σα μέρες. Ξεκινάω πάλι. Ξέρω ότι στη διαδρομή θα συναντήσω και κάποιους σαν κι εμένα που γυροφέρνουν σα λάθη μέσα σ΄ αυτή την ιστορία. Δε θα ενωθώ όμως μαζί τους. Δεν είμαι άνθρωπος για να είμαι δυνατός μέσα από την ένωση, τη συνύπαρξη. Είμαι ένα γράμμα που ψάχνει το δρόμο για τον δημιουργό. Ίσως για να κατανοήσω τον τρόπο δημιουργίας, ίσως και για ν΄ αλλάξω κάτι στο δημιούργημα. Θα μου πεις βέβαια γιατί δεν παρέμεινα άνθρωπος, να συναντήσω ανθρώπινα το δημιουργό, ζωντανά, και να του εκθέσω τις απόψεις μου. Σου απαντώ, λοιπόν, πως θα ήταν πολύ επιφανειακό. Ο αγαπητός δημιουργός το πολύ να χαμογελούσε με συγκατάνευση. Ενώ τώρα κινούμαι υπόγεια, πάω να γίνω κομμάτι της σκέψης του. Πάω να γίνω ο ίδιος ο συγγραφέας. Προς τα πού όμως να κατευθυνθώ; Σ΄ ένα βιβλίο τόσων σελίδων από πού ξεκινά η έμπνευση; Γιατί δεν πιστεύω ότι όλες οι σελίδες είναι εξίσου εμπνευσμένες. Μήπως στο τέλος; Γιατί πολλές φορές κι όταν δεν μου αρέσει ένα βιβλίο, διαβάζω το τέλος, για να έχω μια γνώμη για το σύνολο του έργου. Από τότε όμως που διάβασα το"ένα κάποιο τέλος", νομίζω ότι αναθεώρησα σχετικά τις απόψεις μου. Ένα τέλος, από τα πολλά, από τα άπειρα. Ο συγγραφέας δίνει ένα τέλος που αντικατοπτρίζει μια στιγμή, δεν ικανοποιεί τις προσδοκίες ενός μέσου αναγνώστη. Σα να περιμένεις μια θάλασσα για να κολυμπήσεις και βρίσκεις ...μία βρύση, στην οποία απλώς ξεδιψάς. Οπότε τί; Οπότε θα πάω στον τίτλο. Ο τίτλος συμπυκνώνει, ο τίτλος φωτίζει, ο τίτλος ερεθίζει, ο τίτλος... Εκεί θα συναντήσω τον ποταμό της έμπνευσης, έναν ποταμό φωτιάς, εκεί θα βρω το στόμιο του σπηλαίο, που θα με οδηγήσει στο κέντρο της σύλληψης του δημιουργού. Πως δεν το σκέφτηκα τόση ώρα; Ο τίτλος βρίσκεται σε θέση περίοπτη, θα τον βρω και εύκολα. Ναι, ήδη διακρίνω αμυδρά το περίγραμμα των γραμμάτων. Πλησιάζω πιο εύκολα απ΄ όσο θα περίμενα, γιατί μπορώ να τον προσεγγίσω από πολλούς δρόμους. Το μόνο που φοβάμαι είναι μήπως συναντήσω και άλλους πολλούς περίεργους εκεί, σαν σε συντριβάνι που ρίχνουν κέρματα για να πραγματοποιηθεί μια ευχή τους. Τελικά φθάνω βράδυ, μεσάνυχτα, την ώρα που μου αρέσει να διαβάζω, μέσα στη σιγαλιά. Ευτυχώς υπάρχει ένας μόνο άνθρωπος. Τον βλέπω από μακρυά, δεν τον αναγνωρίζω. Ο συγγραφέας; Εγώ όμως, όπως είπα, ψάχνω να βρω το δρόμο για το συγγραφέα, όχι τον ίδιο το συγγραφέα. Κοντεύω...Είναι μια γυναίκα...Πρόσωπο κρυμμένο και...γυμνή. Μήπως τελικά ονειρεύομαι; Αλλά ποια είναι τελικά η πραγματικότητα; Ακούω μουσική, κάτι ανάμεσα σε ταγκό και βαλς, καθώς οι μουσικές μου γνώσεις δεν μου επέτρεπαν πάντοτε να τα διαχωρίσω. Χορεύουμε...Χορεύουμε γυμνοί ένα χορό ερωτικό κι απογειωνόμαστε... Ανοίγω τα μάτια μου κι είμαι στο κρεβάτι. Δίπλα η γυναίκα μου και κάτω στο πάτωμα πεσμένο το βιβλίο. Τελικά το βιβλίο είναι ...ερέθισμα.