"Οι μάγισσες εμπνέουν ζωγράφους" είναι ο τίτλος ενός άρθρου που διάβασα στην "Καθημερινή της Κυριακής" (25-8) με αφορμή μια έκθεση ζωγραφικής στο Εδιμβούργο και προβληματίστηκα στη σχέση ανάμεσα στη "μαγεία" και τη "γυναίκα", στον τρόπο αναπαράστασης μιας μυστηριώδους γυναίκας...
Με τι μοιάζουν οι μάγισσες; Αγριωπές κυράδες με μυτερό καπέλο, τρίχες στο σαγόνι, αποκρουστικές ελιές και κιτρινοπράσινο δέρμα: θα τις αναγνωρίζαμε παντού, ακόμα και χωρίς το σκουπόξυλό τους. Ένα παιδί μπορεί να ζωγραφίσει μια στη στιγμή –μαύρο καπέλο και σκούπα (η γάτα και η χύτρα σπανίζουν, ίσως και να περιττεύουν στις μέρες μας). Οι μάγισσες είναι τόσο τυποποιημένες, έχουν γίνει κάτι σαν logo.
Η μαθητευόμενη μάγισσα του Γκόγια (πάνω σε σκούπα) είναι νέα αλλά ήδη αποκαμωμένη, καθώς διδάσκεται τα κόλπα από τη γηραιά κυρία που οδηγεί το σκουπόξυλο· η αίσθηση που δίνει η εικόνα είναι μιας «μαντάμ» που έχει αρπάξει ένα άμοιρο κορίτσι, την καινούργια της προστατευόμενη: η πορνεία σε σύνδεση με τη μαγεία.
Σάββατο των μαγισσών - Γκόγια
Και το ζοφερό τρίο του Φουζέλι, οι «Παράξενες αδελφές» από τον «Μάκβεθ», με τα κεφάλια τους αραδιασμένα σε προφίλ σαν τις ανοιχτές λεπίδες ελβετικού σουγιά, έχουν μεγάλες μύτες, δυνατά λαρύγγια και τρομερά σαγόνια. Δεν μοιάζουν με γυναίκες, νέες ή γριές, αλλά με άντρες.
Οι τρεις παράξενες αδελφές - Φουζέλι
Είχαν άραγε οι καλλιτέχνες αυτοί συναντήσει ποτέ στην πραγματικότητα κάποια γυναίκα που να μοιάζει με αυτές τις οραματικές φιγούρες; Καμιά από τις απεικονιζόμενες δεν είναι η κλασική γριά στρίγγλα της μεσαιωνικής λογοτεχνίας, η απόμακρη γεροντοκόρη του χωριού που την αναγκάζουν να υποστεί την πυρά ή την αγχόνη γιατί οι συντοπίτες της την έκριναν πολύ παράξενη στη συμπεριφορά της, πολύ οξυδερκή στις παρατηρήσεις της, πολύ επιδέξια με τα βότανα, ή επειδή απλώς την έβλεπαν να μιλάει μόνη της.
Όταν, επί πολλούς αιώνες, οι άνθρωποι πίστευαν ακόμα στις μάγισσες, τις παρουσίαζαν συχνά γυμνές - να πετάνε στο σεληνόφως, να συμμετέχουν σε «μαύρα Σαββατόβραδα», να πλαγιάζουν με τον διάβολο· ήταν πολυάσχολες και φιλήδονες. Η αμαρτία ήταν γραμμένη στο σώμα τους, που ήταν είτε παραμορφωμένο και αποκρουστικό είτε ύποπτα ωραίο.
Στη διάρκεια της ρομαντικής εποχής, οι μάγισσες στράφηκαν στο θεατρικό γκροτέσκο - οι αμυδρά φωτισμένες στρίγγλες στις εικονογραφήσεις του Ντελακρουά για τον «Φάουστ» του Γκαίτε, οι θεαματικές μάγισσες του Τζον Μάρτιν, που υψώνονται στον νυχτερινό ουρανό μέσα σε μια λάμψη αστραπής μπροστά στον Μάκβεθ, μικροσκοπικές και τρομαγμένες σε μια βραχοκορφή. Η παράδοξη παραλλαγή στο ίδιο θέμα του Ντάνιελ Γκάρντνερ παρουσιάζει τρεις καλλονές του καλού κόσμου σαν μάγισσες, με αραχνοΰφαντα ρούχα - ανάμεσά τους και η Τζορτζιάνα, Δούκισσα του Ντεβονσάιρ. Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για μια σατιρική έκφραση μισογυνισμού, μόνο που φημολογείται ότι μία από τις γυναίκες εκείνες παρήγγειλε η ίδια τον πίνακα.
Μάγισσες - Ντάνιελ Γκάρντνερ
Ο Βικτωριανός ζωγράφος Φρέντερικ Σάντυς απεικόνισε την ίδια την τσιγγάνα ερωμένη του, Καόμι Γκρέι, στον ρόλο της Μήδειας, δίνοντας μια ανησυχητικά ρεαλιστική όψη στην οργισμένη, αμυντική έκφραση του προσώπου της μυθικής μάγισσας. Ωστόσο, ο φόβος που θα έπρεπε να εμπνέει η Μήδεια υπονομεύεται εντελώς από τα ζωηρά, φανταχτερά χρώματα του προ-ραφαηλίτη ζωγράφου.
Φρέντερικ Σάντυς - Μήδεια
Το ασπρόμαυρο και η νύχτα πράγματι τοποθετούν σε πλεονεκτική θέση τη μάγισσα. Κι όταν μπλέκεται και η αντρική φαντασίωση, έστω και φαντασία τότε ...
(το κείμενο είναι στηριγμένο σε άρθρο
της Laura Cumming από τον Observer)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου