Θεωρώ ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα μια βιβλιοκριτική από ένα συγγραφέα - ποιητή. Πιο απροσχημάτιστη και πηγαία από την κριτική ενός επαγγελματία κριτικού ή φιλολόγου. Γι΄αυτό και παραθέτω την κριτική - άποψη του ποιητή Τάκη Σινόπουλου για το μυθιστόρημα "Λέσχη" του Στρατή Τσίρκα από το Νυχτολόγιο:
Στο μυθιστόρημα του Τσίρκα "η Λέσχη" υπάρχει ένα μικρό κεφάλαιο -το 3ο- που με καθήλωσε με τον τρόπο του. Μικρές σύντομες φράσεις που σταματάνε και λαχανιάζουν. Ξαφνικά πηδήματα από την περιγραφή στον εσωτερικό μονόλογο. Από το τρίτο στο δεύτερο πρόσωπο και αντίστροφα. Επικρατεί το "εσύ". Άλλες φράσεις κόβονται συνεχώς στη μέση, το υπόλοιπο το συμπληρώνει ο αναγνώστης. Γενικά αυτό που λέμε ελλειπτική γραφή, πράγματα μισοειπωμένα. Κι αυτά που κρύβονται - ένας κόσμος ολάκερος. Προσώπων, καταστάσεων, συναισθημάτων, παρορμήσεων, ενστίκτων. Μεγάλη η τέχνη να μην μπουκώνεις τον αναγνώστη, να μη λες πολλά, να κρύβεις. Πίσω από τις αράδες, τις σελίδες, μακρυά, αδιόρατα, το βαθουλωμένο πρόσωπο, με τα γυαλιά του Τζόυς. Λοιπόν το κεφάλαιο αυτό μου δείχνει ένα σωρό ιδέες κι ερεθίσματα για τη γραφή στην ποίηση. Ο Τσίρκας έχει ένα υπόστρωμα κάποτε λυρικό, κάποτε επικό. Και μια όραση που θα την έλεγα "κινηματογραφική". Το καταλαβαίνεις από τη σύνθεση των πλάνων και τις "γωνίες" λήψεως. Σαν συγγραφέας ξέρει να βλέπει και να ακούει, προπαντός από τα πλάγια, δηλαδή την εσωτερική ομιλία προς το "εγώ" που ακούγεται σαν "εσύ". Ας αφήσω πια που υπάρχει ένα πρόσωπο που ονομάζεται Άλφα. Μεταφέρομαι στο σπίτι της Άλφα. Είναι μια πανσιόν, ένα περίπου μπρντέλο. Είναι αργά, πολύ αργά, προχωρημένη η νύχτα. Και πώς να πάω να την ξυπνήσω και να της πω τον εφιάλτη που με κατέχει. Με ποιες διαδοχικές μεταμορφώσεις, αυτή γίνεται, στο τέλος του εφιάλτη, ένα άσχημο, κακότροπο, μαδημένο πουλί.
Και τελειώνοντας ένα απόσπασμα του ποιητή από το Νυχτολόγιο (για τον αγώνα, αλλά και την απομόνωση του ποιητή) :
Συλλογίζεσαι, όπως σε ρωτάνε. Για να περάσεις από τη μια λέξη στην άλλη σου φτάνει ένα βήμα. Αν υπάρχει ένα χαντάκι με νερό βρίσκεις τότε μια πέτρα, μια σανίδα, πατάς, περνάς απέναντι, στο κάτω της γραφής πηδάς, εύκολο. Για να περάσεις τώρα από τις λέξεις σε μια γλώσσα, η απόσταση είναι μεγαλύτερη. Πρέπει να βρεις στηρίγματα να στήσεις το γεφύρι σου. Όταν το καταφέρεις αυτό μπορείς ν΄ αποκριθείς σε κείνο που θα σε ρωτήσουνε, συνήθως όμως δε ρωτάνε τίποτα. Έχουν δική τους μέθοδο.
Και τελειώνοντας ένα απόσπασμα του ποιητή από το Νυχτολόγιο (για τον αγώνα, αλλά και την απομόνωση του ποιητή) :
Συλλογίζεσαι, όπως σε ρωτάνε. Για να περάσεις από τη μια λέξη στην άλλη σου φτάνει ένα βήμα. Αν υπάρχει ένα χαντάκι με νερό βρίσκεις τότε μια πέτρα, μια σανίδα, πατάς, περνάς απέναντι, στο κάτω της γραφής πηδάς, εύκολο. Για να περάσεις τώρα από τις λέξεις σε μια γλώσσα, η απόσταση είναι μεγαλύτερη. Πρέπει να βρεις στηρίγματα να στήσεις το γεφύρι σου. Όταν το καταφέρεις αυτό μπορείς ν΄ αποκριθείς σε κείνο που θα σε ρωτήσουνε, συνήθως όμως δε ρωτάνε τίποτα. Έχουν δική τους μέθοδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου